Επειδή όλες οι ζωές…

Οι προβληματικοί χρήστες ουσιών και ιδίως αυτοί που δεν έχουν ενταχθεί σε κάποιο θεραπευτικό πρόγραμμα αποτελούν μια ευάλωτη και κομβική στις λοιμώξεις ομάδα

Γράφει ο Κώστας Γαζγαλίδης*
Επειδή όλες οι ζωές έχουν (την ίδια) αξία, γι’ αυτό βρήκα πολύ σημαντική την επιστολή του Συνηγόρου του Πολίτη κ. Ποττάκη σχετικά με τα μέτρα πρόληψης της διάδοσης του κορωνοϊού σε διάφορες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, που απηύθυνε στις 30/3/20 προς όλα τα συναρμόδια υπουργεία. Απ’ τη δική μου οπτική γωνία ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αναφορά και ανάδειξη, όχι μόνο της ευαλωτότητας αλλά και της προληπτικής αξίας, των δράσεων σε ειδικές κοινωνικές ομάδες όπως οι Ρομά, οι πρόσφυγες και οι κρατούμενοι. Αναφορές που λίγες μόνο ημέρες μετά δικαιώθηκαν ενδεικτικά, από τις εξελίξεις σε οικισμούς των Ρομά και των προσφύγων-μεταναστών.

Εξίσου σημαντική όμως μου φαίνεται και η απουσία από τις σχετικές αναφορές μιας ιδιαίτερα ευπαθούς αλλά και κομβικής σε διάφορες επιδημιολογικές μελέτες κοινωνικής ομάδας, τους εξαρτημένους χρήστες ουσιών. Η (αυτό-) εξώθησή τους στο κοινωνικό περιθώριο και την παρανομία, ο τρόπος ζωής που αυτή συνεπάγεται, οι φυλακίσεις, η αστεγία, η αμφίπλευρη δυσκολία στην προσέγγιση των υπηρεσιών υγείας, πολλώ δε μάλλον σε περίοδο πανδημίας, η εγκατάλειψη κάθε προσωπικής φροντίδας και υγιεινής στο βωμό της εξάρτησης, σε συνδυασμό με την βιοψυχαναγκαστική πίεση για επανάληψη της χρήσης και την «οχύρωσή» τους απέναντι στα μηνύματα που εκπέμπονται από την Πολιτεία, καθιστούν την πρόληψη της διάδοσης της λοίμωξης και της ιατρικής φροντίδας για όσους απαιτείται ιδιαίτερα δυσεπίλυτο πρόβλημα.

Αλλά και οι παράνομες ψυχότροπες ουσίες, περισσότερο ίσως ο τρόπος προμήθειας και χρήσης τους, έχουν άμεσες συνέπειες διευκόλυνσης της λοίμωξης, καθώς και έμμεσες σημαντικής επιβάρυνσης της νόσησης, λόγω αδυναμίας του ανοσοποιητικού συστήματος, επιβαρυμένης καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας, συνύπαρξης λοιμωδών και άλλων νοσημάτων, κάκιστης υγείας γενικώς.

Μια ματιά στις ιστοσελίδες των φορέων που ασχολούνται με την πρόληψη και την θεραπεία των εξαρτήσεων πείθει για την ωριμότητα και την ευαισθησία τους. Αντέδρασαν γρήγορα, αναπροσάρμοσαν την λειτουργία τους με στόχο την καλύτερη δυνατή προστασία των μελών και του προσωπικού. Μοιραία όμως επηρεάστηκαν οι θεραπευτικές δραστηριότητες κυρίως ομαδικού χαρακτήρα και η «χωρητικότητα» κυρίως των κλειστών προγραμμάτων. Στα ανοικτά προγράμματα και κυρίως αυτά του Ο.ΚΑ.ΝΑ. λόγω του μεγαλύτερου αριθμού των χρηστών-μελών, παρά την ανάγκη περιορισμού των μετακινήσεων, μοιραία και των θεραπευτικών επαφών, αναλογεί μεγαλύτερη ευθύνη ενημέρωσης των μελών τους για τους τρόπους ατομικής και κοινωνικής προστασίας από την πανδημία. Τα μέλη των ανοικτών προγραμμάτων είναι ένας δίαυλος επικοινωνίας με αποκλεισμένους πληθυσμούς χρηστών και του κοινωνικού περιβάλλοντός τους.

Στη χώρα μας περίπου το μισό των προβληματικών χρηστών, αυτών δηλαδή με σοβαρά προβλήματα εξάρτησης και υγείας γενικότερα, είναι ενταγμένα στη θεραπευτική διαδικασία και έχουν το πλεονέκτημα της φροντίδας, του ελέγχου και της ενημέρωσης. Δυστυχώς οι δράσεις που έχουν οργανωθεί για την φροντίδα του πληθυσμού των χρηστών, που για διάφορους υποκειμενικούς και αντικειμενικούς λόγους βρίσκονται εκτός θεραπευτικής διαδικασίας, το άλλο μισό δηλαδή, υπολείπονται πολύ των απαραίτητων. Δράσεις όπως τα «Στέκια χρηστών», οι «Χώροι εποπτευόμενης χρήσης» και κυρίως η «Δουλειά στο δρόμο», λείπουν, ενώ θα μπορούσαν να προσφέρουν στην ενημέρωση, την καθοδήγηση, τον έλεγχο και την φροντίδα του, με τη μορφή της προσέγγισής τους, της αποκατάστασης σχέσεων εμπιστοσύνης, της προσφοράς πρώτων υπηρεσιών υγείας, της έρευνας, του εμβολιασμού όταν αυτό γίνει εφικτό, της διασύνδεσής τους με τις δομές θεραπείας και το Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Οι προβληματικοί χρήστες ουσιών και ιδίως αυτοί που δεν έχουν ενταχθεί σε κάποιο θεραπευτικό πρόγραμμα αποτελούν μια ευάλωτη και κομβική στις λοιμώξεις ομάδα, που διατρέχει οριζόντια τον γενικό πληθυσμό, αλλά κυρίως τις άλλες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες του πληθυσμού σε επιδημιολογικά σημαντικά ποσοστά. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αποτελεί λόγο περαιτέρω στιγματισμού και αποκλεισμού αλλά ανάπτυξης υπηρεσιών Μείωσης της Βλάβης για λόγους αλληλεγγύης, ισότητας και προστασίας της δημόσιας υγείας.

Όλοι οι φορείς που σχεδιάζουν και υλοποιούν τις πολιτικές για τις εξαρτήσεις εντείνουν τις προσπάθειές τους, κατανοώντας την δυναμική και αμφίδρομα επικίνδυνη σχέση εξάρτησης και πανδημίας. Η μέχρι στιγμής εικόνα, που θα πρέπει βέβαια να τεκμηριωθεί από τα θεραπευτικά προγράμματα, είναι ότι η επιδημία δεν έχει «εισβάλει» σε ποσοστά μεγαλύτερα του γενικού πληθυσμού, στα υπο θεραπείαν άτομα, ενώ δεν έχουμε εικόνα από τους εκτός θεραπείας χρήστες. Εάν το απευκταίο συμβεί μπορεί να πάρει γρήγορα ανησυχητικές διαστάσεις, όπως έχουμε δει στη σχέση των χρηστών και με άλλες μεταδοτικές νόσους.

Συμπερασματικά:

Τα θεραπευτικά προγράμματα επέδειξαν καλά αντανακλαστικά. Όμως οι θεραπευτικές πρακτικές έχουν δεχθεί πλήγματα λόγω των περιορισμών και θα χρειαστεί να καταβάλλουν ιδιαίτερες προσπάθειες για να επανέλθουν σε μία θεραπευτική κανονικότητα.

Τα προγράμματα Μείωσης της Βλάβης υστερούν πολύ σημαντικά στην χώρα, με αποτέλεσμα οι χρήστες που βρίσκονται εκτός της θεραπευτικής διαδικασίας να μην έχουν ανάλογη στήριξη, ενημέρωση και έλεγχο.

Το δοκιμαζόμενο Εθνικό Σύστημα Υγείας θα πρέπει να παραμείνει ισότιμα με τον γενικό πληθυσμό ανοικτό για όλους τους χρήστες και σε συνεργασία με τα θεραπευτικά προγράμματα.

Η εμπέδωση της σημασίας του δημόσιου συστήματος υγείας και οι προσπάθειες ενίσχυσής του, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τα προγράμματα πρόληψης, θεραπείας και μείωσης της βλάβης των εξαρτήσεων, ως αναπόσπαστο κομμάτι τους.

* Ο Κώστας Γαζγαλίδης είναι Ψυχίατρος, Δρ. Ιατρικής Α.Π.Θ., τ. Συντονιστής ΟΚΑΝΑ Β.Ε., τ. Συντ. Δ/ντης Εξαρτήσεων Ψ.ΝΘ.

Σχόλια