ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΕΠΕΣΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΤΗΣ 21/2/2017

Σχετικά με την εγκύκλιο της 21/2/17 με τίτλο «Εξασφάλιση της συνέχισης της επιτηρούμενης φαρμακευτικής θεραπείας υποκατάστασης σε κλινικά μη συμμορφούμενους ασθενείς και άτομα που απομακρύνονται ακούσια από τις Θεραπευτικές Μονάδες»

Στην συνάντηση των Θεραπευτικών Ομάδων που συγκάλεσε η Επιστημονική Επιτροπή του Συλλόγου Εργαζομένων συζητήθηκε εκτενώς το περιεχόμενο της νέας Εγκυκλίου αλλά και η γενικότερη λειτουργία των μονάδων του Οργανισμού.

Όσο αφορά στην εγκύκλιο ακολούθως σημειώνονται περιληπτικά τα σημεία στα οποία επικεντρώθηκε η συζήτηση και στα οποία σε γενικές γραμμές υπήρξε ομοφωνία:

1. Η ασάφεια του όρου «κλινικά μη συμμορφούμενα άτομα» (παρά τα αναφερόμενα παραδείγματα) είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα και ιδιαίτερα να εντείνει τις διαφορές στην καθημερινή πρακτική ανάμεσα στις διαφορετικές μονάδες. 

2. Η απόφαση της ακούσιας απομάκρυνσης για διάστημα μεγαλύτερο του τριμήνου, εξ ορισμού υποδηλώνει μεγάλο βαθμό δυσπροσαρμογής του ατόμου και ιδιαίτερα προβληματική συμπεριφορά. Η παραμονή των ατόμων αυτών μέχρι την υποβολή της ένστασης (5 ημέρες) και την συζήτηση της ένστασης στην Επιτροπή Ενστάσεων, στην μονάδα που έχει λάβει την απόφαση απομάκρυνσης, είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερες εντάσεις και να δυσκολέψει την λειτουργία της μονάδας, ενώ δεν αποκλείεται να αυξήσει την πίεση στον ασθενή και να τον θέσει σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Η χορήγηση του υποκατάστατου το διάστημα μέχρι να υποβληθεί και να «τελεσιδικήσει» η ένσταση, δεν πρέπει να γίνεται στην μονάδα που έχει λάβει την απόφαση απομάκρυνσης. 

3. Η ασάφεια της τελευταίας παραγράφου περί αναλογικότητας (με την ευρεία και τη στενή έννοια) είναι βέβαιο ότι θα δημιουργεί διαρκώς προβλήματα ερμηνείας, δεδομένου ότι τα κριτήρια είναι εξ ορισμού ασαφή και είναι εύκολο να χρησιμοποιηθούν από επόμενες διοικήσεις ή επιτροπές με σκοπό την διοικητική παρέμβαση στην θεραπευτική διαδικασία των μονάδων. 

4. Πολύ περισσότερο που τόσο η συγκεκριμένη εγκύκλιος, όσο και η προηγούμενη, μειώνουν σημαντικά τον ρόλο της θεραπευτικής (ή έστω της διεπιστημονικής) ομάδας, γεγονός το οποίο όχι μόνο φορτίζει το εργασιακό κλίμα εντός των μονάδων αλλά και στερεί τη λειτουργία της από την πολυφωνία, στοιχείο απαραίτητο για την θεραπευτική λειτουργία και αποτελεσματικότητα. 

5. Η εγκύκλιος δεν λύνει τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στη μεταβατική φάση: Τι θα γίνει με τα άτομα που απομακρύνθηκαν λίγο πριν την 1η εγκύκλιο και με τα άτομα που παραπέμφθηκαν στην ΜΑΠ από την έκδοση της 1ης εγκυκλίου μέχρι σήμερα;

Με την ευκαιρία επανερχόμαστε σε θέματα που έχουν συζητηθεί και στο παρελθόν, τα οποία θεωρούμε σημαντικά για την βελτίωση της λειτουργίας των μονάδων του ΟΚΑΝΑ αλλά και την βελτίωση της αποτελεσματικότητας του σε συνάρτηση με τον θεσμικά επιβεβλημένο ρόλο του στην αντιμετώπιση της εξάρτησης.

1. Ο τρόπος που μέχρι σήμερα έχει λειτουργήσει η ΜΑΠ πρέπει να αξιολογηθεί, τουλάχιστον όσον αφορά τον τρόπο εισαγωγής των ατόμων στις μονάδες. Ο ΟΚΑΝΑ χρειάζεται μια μονάδα υψηλής ανεκτικότητας και όχι ένα νέο ΚΥΕΠ.

2. Σε ένα οργανισμό στον οποίο υπάρχει ήδη η Μονάδα Κοινωνικής Επανένταξης (η οποία με μικρή ενίσχυση και ορισμένες αλλαγές στο πλαίσιο λειτουργίας θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ΜΕΨΥ), η δημιουργία νέας μονάδας μοιάζει πολυτέλεια, αν όχι υπερβολή. Πρόκειται για σπατάλη προσωπικού την στιγμή που οι μονάδες στενάζουν με 60 ασθενείς ανά θεραπευτή και λειτουργούν στα όρια τους.

3. Τα τελευταία δυο χρόνια δεν υπάρχει συνεχής δυνατότητα ουροληψιών γεγονός ανεπίτρεπτο για προγράμματα υποκατάστασης, με βάση τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, το πλαίσιο λειτουργίας του ίδιου του Οργανισμού, αλλά και τον μέχρι πριν δυο έτη τρόπο λειτουργίας των μονάδων του. 

4. Η χρήση ξηρών αντιδραστηρίων δεν επιτρέπεται να αποτελέσει τον μοναδικό τρόπο ελέγχου των ούρων, δεδομένου ότι ακόμη και στα Έντυπα Οδηγιών των Προϊόντων αναγράφεται με σαφήνεια και προβλέπεται ως υποχρεωτικός ο επανέλεγχος με ποσοτικό προσδιορισμό σε περίπτωση αμφισβήτησης του ποιοτικού αποτελέσματος. 

5. Ιδιαίτερος προβληματισμός εκφράζεται για την εγκυρότητα της αξιολόγησης των διαφόρων φάσεων θεραπείας τη στιγμή που δεν υπάρχει δυνατότητα τοξικολογικού ελέγχου. Τα μηνιαία στατιστικά στοιχεία που αφορούν τις μονάδες είναι εύκολο να αμφισβητηθούν στο βαθμό που δεν βασίζονται και σε τοξικολογικούς ελέγχους. 

6. Η ορθή εφαρμογή του Πλαισίου Λειτουργίας δεν ελέγχεται από κανένα με αποτέλεσμα να υπάρχει άνιση μεταχείριση των ασθενών αλλά και διατάραξη της λειτουργίας των μονάδων που προσπαθούν να εφαρμόσουν το πλαίσιο λειτουργίας. 

7. Η μείωση της βλάβης προϋποθέτει -εκτός από τη χορήγηση του υποκατάστατου- και παρεμβάσεις με στόχο τη σωματική υγεία των εξαρτημένων, ιδιαίτερα όσο αφορά στην πρόληψη και αντιμετώπιση των μολυσματικών ασθενειών (AIDS, ηπατίτιδες, σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα και φυματίωση). Ο ΟΚΑΝΑ πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα τακτικού ελέγχου, με η χωρίς τη συνεργασία του ΕΣΥ, και να διασφαλίσει την πρόσβαση στη θεραπεία των εξαρτημένων ατόμων. Ο κίνδυνος της επανεμφάνισης μιας επιδημικής έκρηξης ελλοχεύει και η ουσιαστική αδυναμία τακτικής επανεξέτασης των οροαρνητικών ατόμων δεν βοηθάει καθόλου στην έγκαιρη διάγνωση. 

Τέλος, μετά από την εμπειρία των πρόσφατων συναντήσεων των θεραπευτικών ομάδων, έγινε σαφές ότι η ανάγκη συνεύρεσης και συζήτησης του θεραπευτικού προσωπικού είναι πολύ μεγάλη. Για το λόγο αυτό χρειάζεται να συνεχίσει η διαδικασία των συναντήσεων των εκπροσώπων των θεραπευτικών ομάδων των μονάδων (της Αθήνας αρχικά), ει δυνατόν σε μηνιαία τακτική βάση. Στην συνάντηση αυτή πρέπει να εντοπίζονται και να συζητούνται τα προβλήματα λειτουργίας των μονάδων και να προτείνονται πιθανές λύσεις, ενώ παράλληλα πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για τον επαναπροσανατολισμό του Οργανισμού στις νέες συνθήκες. 

Σε κάθε περίπτωση τονίζεται για μια ακόμη φορά η ανάγκη υπεράσπισης του ρόλου της θεραπευτικής ομάδας και θεσμοθέτησης εξωτερικής εποπτείας, ως σημαντικά εργαλεία στήριξης του θεραπευτικού έργου του ΟΚΑΝΑ.

Σχόλια