ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

 ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ο εργαζόμενος, σε περίπτωση καθυστέρησης των δεδουλευμένων αποδοχών του εκ μέρους
του εργοδότη, έχει το δικαίωμα, ως μέσο άμυνας, να ασκήσει το απορρέον από τον νόμο
δικαίωμα της επίσχεσης της εργασίας του. Η επίσχεση εργασίας έχει αποκλειστικό και μόνο
σκοπό να υποχρεώσει τον εργοδότη να καταβάλει στον εργαζόμενο τις δεδουλευμένες και
καθυστερούμενες αποδοχές. Έτσι, ο εργαζόμενος που απέκτησε αξίωση ληξιπρόθεσμη και
σχετική με την παροχή εργασίας του έναντι του εργοδότη δικαιούται να αρνηθεί να
εκπληρώσει τη δική του υποχρέωση για παροχή της εργασίας του μέχρι ο εργοδότης να
εκπληρώσει τη δική του υποχρέωση που προκύπτει από τη σύμβαση εργασίας.
Δεν μπορεί να ασκηθεί επίσχεση εργασίας με σκοπό τον εξαναγκασμό του εργοδότη σε
αυξήσεις αποδοχών ή άλλες μη ληξιπρόθεσμες παροχές. Σε αυτή την περίπτωση, ο
εργαζόμενος απαλλάσσεται από την υποχρέωση περί παροχής εργασίας ενώ διακαιούται
παράλληλα τις αποδοχές του για το χρονικό διάστημα αποχής του μέχρι την αποπληρωμή
των οφειλομένων από τον εργοδότη.

Το δικαίωμα της επίσχεσης είναι κατ’ ένσταση προσβαλλόμενο ενοχικό δικαίωμα. Στο
Εργατικό Δίκαιο και ειδικά στη σύμβαση εργασίας, το δικαίωμα αυτό παρουσιάζει κάποια
ιδιομορφία: αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ασκηθεί από τον μισθωτό όταν ο εργοδότης
καθυστερεί την καταβολή των οφειλομένων αποδοχών του ή δεν εκπληρώνει τις νόμιμες ή
συμβατικές του υποχρεώσεις στα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας ή με τη συμπεριφορά του ο
εργοδότης προσβάλλει την προσωπικότητα του εργαζομένου. Ασκώντας το δικαίωμα της
επίσχεσης εργασίας, ο μισθωτός δικαιούται να δηλώσει στον εργοδότη ότι διακόπτει την
απασχόλησή του μέχρι να του καταβληθούν οι καθυστερούμενες αποδοχές ή να
συμμορφωθεί ο εργοδότης με τις νόμιμες υποχρεώσεις του.
Κατά το χρονικό διάστημα της επίσχεσης εργασίας ο εργοδότης περιέρχεται σε κατάσταση
υπερημερίας, γι’ αυτό οι μισθωτοί δεν υποχρεούνται να παρέχουν εργασία ούτε και να
παρουσιάζονται στην επιχείρηση, αλλά έχουν δικαίωμα να απασχοληθούν σε άλλον
εργοδότη, για ικανοποίηση βασικών τους αναγκών.
Οπωσδήποτε, όμως, ο μισθωτός που
ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας πρέπει να βρίσκεται πάντοτε στη διάθεση του
εργοδότη, εφόσον αρθεί η υπερημερία του, για να αναλάβει εργασία (ΑΚ 656, Υπ. Εργασίας
1669/10.09.1982).
Η επίσχεση εργασίας έχει αποκλειστικό και μόνο σκοπό να υποχρεώσει τον εργοδότη να
καταβάλει στον μισθωτό τις δεδουλευμένες και καθυστερούμενες αποδοχές. Δεν μπορεί να
ασκηθεί επίσχεση εργασίας με σκοπό τον εξαναγκασμό του εργοδότη για αυξήσεις
αποδοχών ή άλλες παροχές που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Η επίσχεση εργασίας αποτελεί
μονομερή δικαιοπραξία που ισχύει από τη στιγμή που περιέρχεται σε γνώση του εργοδότη.
Το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας μπορεί να ασκηθεί και όταν ο εργοδότης προσκαλεί
τον μισθωτό, τον οποία άκυρα απέλυσε, να αναλάβει εργασία, χωρίς όμως να εξοφλεί
ταυτόχρονα και τους μισθούς υπερημερίας, δηλαδή τις αποδοχές από την άκυρη απόλυση
μέχρι την επάνοδο στην εργασία.
Όταν ο μισθωτός απέχει από την εργασία του, ασκώντας το δικαίωμα της επίσχεσης
εργασίας για βάσιμες αξιώσεις του, ο εργοδότης δεν μπορεί να θεωρήσει ότι έχει επέλθει
λύση της σύμβασης εργασίας και γίνεται υπερήμερος ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών
του εργαζόμενου, εφόσον αποκρούει την προσφορά του χωρίς να προβαίνει σε νόμιμη
καταγγελία της σύμβασης εργασίας.
Το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας από πολλούς μαζί (ομαδική επίσχεση) υποστηρίζεται
ότι μπορεί να ασκηθεί, γι’ αυτό και εμφανίζει ομοιότητες με απεργία, με την οποία,
ωστόσο, δεν πρέπει να συγχέεται.

2.1 Πώς ασκείται νομίμως η επίσχεση εργασίας
Η επίσχεση εργασίας γίνεται με ατομική δήλωση βούλησης η οποία θα πρέπει να είναι
σαφής και ατομική. Απλή άρνηση εργασίας δεν αρκεί γιατί κινδυνεύει να εκληφθεί ως
παραίτηση. Η άσκηση βέβαια του δικαιώματος της επίσχεσης εργασίας δεν θα πρέπει να
γίνεται καταχρηστικά (281ΑΚ), οπότε, από μέσο προστασίας του μισθού, μπορεί να έχει ως
συνέπεια την απώλεια της θέσης εργασίας.
Το επισχετήριο έγγραφο κατατίθεται στην Επιθεώρηση Εργασίας. Συνοπτικά, οι
απαραίτητες προϋποθέσεις ασκήσεως του δικαιώματος επίσχεσης εργασίας σύμφωνα με
το άρθρο 325 του ΑΚ είναι οι κατωτέρω:
α) Πρώτη προϋπόθεση είναι να υπάρχει ενεργός εργασιακή σύμβαση εργασίας
(έγκυρη ή άκυρη).
β) Να υπάρχει αξίωση απαιτητή ή ληξιπρόθεσμη.
6γ) Να γίνεται ρητώς και σαφώς (γραπτώς ή προφορικώς εγκαίρως) ότι ο
εργαζόμενος αρνείται να παρέχει τις υπηρεσίες του μέχρι να εκπληρώσει ο εργοδότης την
υποχρέωση που τον βαρύνει. Η δήλωση του μισθωτού ότι ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης
είναι βασικότατη και πρέπει να είναι σαφής, γραπτή ή προφορική, και να γίνεται έγκαιρα.
δ) Να ασκείται εντός των ορίων της καλής πίστεως, των χρηστών και συναλλακτικών
ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος.
ε) Η αξίωση να είναι συναφής προς την οφειλή και να στρέφεται κατά του
προσώπου του εργοδότη.
ΠΗΓΗ:
Η:             Με βάση τα παραπάνω τις επόμενες ημέρες θα υπάρξουν από τον Σύλλογο διευκρινήσεις για όποια ερωτηματικά τίθονται για την όλη διαδικασία.

Σχόλια